Η ατμοσφαιρική ρύπανση σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο αποτελεί ένα σύνθετο περιβαλλοντικό και κοινωνικό ζήτημα. Συνιστά περιβαλλοντικό παράγοντα ισχυρής διακινδύνευσης για την ανθρώπινη υγεία και συνδέεται με καρδιο-αναπνευστικές παθήσεις και κακοήθη νοσήματα. Ταυτόχρονα, επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομία, καθώς αυξάνει το ιατρικό κόστος και πλήττει την παραγωγικότητα. Πολλαπλές είναι και οι αρνητικές επιδράσεις της στο φυσικό περιβάλλον, καθώς επηρεάζει την ποιότητα του νερού και του εδάφους, τις καλλιέργειες και τα οικοσυστήματα. Επίσης, η ατμοσφαιρική ρύπανση αλληλεπιδρά με το κλίμα, καθώς αρκετοί κύριοι ατμοσφαιρικοί ρύποι συμπεριφέρονται ως οιονεί αέρια του θερμοκηπίου.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει ως μακροπρόθεσμο στόχο την επίτευξη επιπέδων ποιότητας του αέρα τα οποία δεν οδηγούν σε σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία και στο περιβάλλον. Για την επίτευξη του, η ευρωπαϊκή νομοθεσία ακολουθεί μια συνδυαστική προσέγγιση, με τη θέσπιση και εφαρμογή προτύπων ποιότητας του αέρα, αλλά και με τον έλεγχο και περιορισμό των ανθρωπογενών εκπομπών.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, τα υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικών ρύπων συνιστούν διαχρονική πηγή προβληματισμού. Η Ελλάδα αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα όπου αναδεικνύεται η ανάγκη για τη συστηματική παρακολούθηση τόσο των εκπομπών πρωτογενών ρύπων από την ανθρωπογενή δραστηριότητα, όσο και των πραγματικών επιπέδων ρύπανσης στην ατμόσφαιρα, καθώς οι ιδιαίτερες γεωγραφικές και κλιματικές συνθήκες της χώρας περιπλέκουν σε σημαντικό βαθμό τις διεργασίες στις οποίες υπόκειται το ατμοσφαιρικό μίγμα κατά τη διαδρομή από τις πηγές στους αποδέκτες. Η κατανόηση της κατάστασης και των τάσεων που επηρεάζουν την ποιότητα του ατμοσφαιρικού περιβάλλοντος στη χώρα αποτελεί ένα κρίσιμο πρώτο στάδιο για την αντιμετώπιση του ζητήματος.